εκρυομαι

εκρυομαι
    ἐκρύομαι
    ἐκ-ρύομαι
    вырывать, освобождать, спасать
    

(τινα Eur.)


Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Смотреть что такое "εκρυομαι" в других словарях:

  • εκρύομαι — ἐκρύομαι (Α) 1. σώζω, λυτρώνω 2. (με γεν.) σώζω, απαλλάσσω από κάποιο κίνδυνο …   Dictionary of Greek

  • ἐκρύσεται — ἐκρύ̱σεται , ἐκρύομαι deliver aor subj mid 3rd sg (epic) ἐκρύ̱σεται , ἐκρύομαι deliver fut ind mid 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐκρυομένης — ἐκρῡομένης , ἐκρύομαι deliver pres part mp fem gen sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐκρύεσθαι — ἐκρύ̱εσθαι , ἐκρύομαι deliver pres inf mp …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐκρύεται — ἐκρύ̱εται , ἐκρύομαι deliver pres ind mp 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐκρύσει — ἔκρυσις efflux fem nom/voc/acc dual (attic epic) ἐκρύσεϊ , ἔκρυσις efflux fem dat sg (epic) ἔκρυσις efflux fem dat sg (attic ionic) ἐκρύ̱σει , ἐκρύομαι deliver fut ind mid 2nd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐκρύσωνται — ἐκρύ̱σωνται , ἐκρύομαι deliver aor subj mid 3rd pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐξερρυσάμην — ἐξερρῡσάμην , ἐκρύομαι deliver aor ind mid 1st sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐξερρύετο — ἐξερρύ̱ετο , ἐκρύομαι deliver imperf ind mp 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐξερρύσαντο — ἐξερρύ̱σαντο , ἐκρύομαι deliver aor ind mid 3rd pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐξερρύσατο — ἐξερρύ̱σατο , ἐκρύομαι deliver aor ind mid 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»